- προσμαρτυρία
- η, ΝΑ[προσμαρτυρῶ]η ενέργεια και το αποτέλεσμα τού προσμαρτυρώ, η επιπρόσθετη μαρτυρίανεοελλ.επίσημη επιβεβαίωση.
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
Αλιθέρσης, Γλαύκος — (Λεμεσός 1897 – 1965).ψευδώνυμο του ποιητή Μιχάλη Χατζηδημητρίου. Σπούδασε στην Αθήνα φυσική αγωγή και εγκαταστάθηκε έπειτα στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου απ’ όπου και επαναπατρίστηκε λίγα χρόνια πριν από τον θάνατό του. Έργα του: Κρινάκια του… … Dictionary of Greek